ἀφίησιν

ἀφίησιν
ἀφίημι
send forth
pres ind act 3rd sg
ἀφίημι
send forth
pres subj act 3rd sg (epic)
ἀφίημι
send forth
pres subj mp 2nd sg (epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • κράζω — (AM κράζω) 1. (για τον κόρακα ή για άλλα πτηνά) κρώζω (α. «κράξανε τα κοκόρια» β. «κράζει τε γὰρ και αἷμα,... ἀφίησιν ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν ὀχεύων», Αριστοτ.) 2. βγάζω δυνατή φωνή, κραυγάζω («ἔκραζεν ὠδίνουσα», ΚΔ) νεοελλ. επιπλήττω ή αποδοκιμάζω… …   Dictionary of Greek

  • συμβατεύω — Α (για ζώα) βατεύω μαζί με άλλον («ἀφίησιν αὐτῷ κύνας θηλείας συμβατεύειν», Παλαίφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + βατεύω «καταπατώ»] …   Dictionary of Greek

  • συστενοχωρώ — έω, Α στρυμώχνω, πιέζω από όλες τις πλευρές, συμπιέζω («ἡ μὲν φύσις ἐλευθέρους ἡμᾱς ἀφίησιν, ἡμεῑς δὲ αὐτοὶ συνδέομεν ἑαυτούς, συστενοχωροῡμεν», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + στενοχωρῶ «στρυμώχνω, περιορίζω»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”